Με τη σημερινή απόφασή του το Γενικό Δικαστήριο (υπόθεση T‑169/08) ακύρωσε την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία η δια κρατικών μέτρων προνομιακή πρόσβαση της ΔΕΗ στην εκμετάλλευση λιγνίτη και κατ' επέκταση σε ηλεκτρική ενέργεια με βάση τον λιγνίτη ήταν αντίθετη με το ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού (άρ. 86 παρ. 1 σε συνδ. 82 ΕΚ), παρέχοντας στη ΔΕΗ τη δυνατότητα να διατηρήσει/ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση της στην ελληνική αγορά χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του αποκλεισμού ή της παρεμπόδισης της εισόδου νέων ανταγωνιστών στην εν λόγω αγορά.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, το γεγονός ότι η ΔΕΗ βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της όσον αφορά την εκμετάλλευση του λιγνίτη (συνεπεία απόλαυσης κρατικών μέτρων) δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι καταχράται και τη δεσπόζουσα θέση της στις σχετικές αγορές, μιας και για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης του άρ. 86 παρ. 1 ΕΚ σε συνδ. με το άρ. 82 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαιτείται να προσδιορίζει και να αποδεικνύει επαρκώς την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης εκ μέρους της εμπλεκόμενης επιχείρησης, πράγμα που δεν συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Η απόφαση πέρα από τις πρακτικές συνέπειες (ακύρωση των μέτρων παραχώρησης δικαιωμάτων εκμετάλλευσης στους ιδιώτες όσον αφορά τα κοιτάσματα λιγνίτη σε Δράμα, Ελασσόνα, Βεύη και Βεγόρα) έχει και ευρύτερο νομικό ενδιαφέρον στο βαθμό που επισημαίνει ότι για την παραβίαση των άρ. 86 παρ. 1 και 82 ΕΚ (ήδη 106 και 102 ΣΛΕΕ) δεν αρκεί ένα κρατικό μέτρο να νοθεύει τον ανταγωνισμό δημιουργώντας κατάσταση ανισότητας ευκαιριών μεταξύ των επιχειρήσεων, αλλά χρειάζεται επιπλέον ο εντοπισμός στοιχείων που συνιστούν κατάχρηση ΔΘ εκ μέρους της ευνοούμενης με κρατικά μέτρα επιχείρησης.